“Όταν, φιλαράκο μου, αποδεχόμαστε τον εαυτό μας, λυτρωνόμαστε. εάν υπάρχει μια ευκαιρία να νιώσεις καλύτερα, είναι εκείνη της συμφιλίωσης. Δεν έχει νόημα να μένεις στο πρόβλημα και να το κουβαλάς. Σημασία έχει να ζεις μαζί του. Δίχως οργή, αλλά κάνοντας ειρήνη.”
“Μια αιτία για τη δημιουργία νεύρωσης μπορεί να βρεθεί στο γεγονός ότι το παιδί έχει μια μητέρα που το αγαπάει μεν αλλά είναι υπερβολικά επιεικής ή αυταρχική απέναντί του κι έναν πατέρα αδύνατο και αδιάφορο. Σ'αυτήν την περίπτωση το παιδί μπορεί να παραμείνει προσκολλημένο σε μαι πρώιμη μητρική πρόσδεση και να εξελιχθεί σε ένα άτομο που εξαρτάται από τη μητέρα, νιώθει αδύναμο και έχει τις χαρακτηριστικές τάσεις του ανθρώπου-αποδέκτη που έχει ανάγκη να παίρνει, να προστατεύεται, να φροντίζεται, και που του λείπουν οι πατρικές ιδιότητες -πειθαρχία, ανεξαρτησία, ικανότητα να κατακτήσει τη ζωή μόνος του.”
“Τα υπόλοιπα δεν είχαν σημασία, γιατί ήξερε πως όσο πιο μακριά πηγαίνει κανείς όταν γράφει τόσο πιο μόνος μένει. Και στο τέλος μαθαίνει ότι είναι καλύτερα έτσι και ότι οφείλει να υπερασπίσει αυτή τη μοναξιά: το να μιλάει κανείς για λογοτεχνία είναι χάσιμο χρόνου και αν είναι μόνος είναι πολύ καλύτερα, γιατί έτσι πρέπει να δουλεύει και γιατί ο χρόνος για να δουλέψει είνα κάθε στιγμή και λιγότερος και αν κανείς τον χαραμίζει νιώθει πως διαπράττει ένα αμάρτημα για το οποίο δεν υπάρχει συγχώρεση.”
“Τίποτε δεν έχει αλλάξει στο χαρακτήρα του Έλληνα από τότε μέχρι σήμερα. Μπορεί να μη χτίζει πια Παρθενώνες να μην είναι κοσμοκράτορας αλλά πιστεύω πως στις αρετές και στα ελαττώματά του μένει ίδιος και απαράλλαχτος: ανεξιχνίαστος απρόβλεπτος ασταθής παμπόνηρος και καβγατζής μεγαλόψυχος πεισματάρης εμπαθής κάποτε μικρόψυχος αλλά ταυτόχρονα φιλότιμος. Με άλλα λόγια αδύνατον να τον χαρακτηρίσεις γιατί είναι υπέροχος ακόμα και στης παρακμή του.”
“Γιατί εδώ, στον κόσμο των βιβλίων και των βιβλιοθηκών δεν θα κατέφευγε ένας μη – γήινος επισκέπτης αν ήθελε να κατανοήσει τι έχει συμβεί σ’ αυτόν τον ταπεινό πλανήτη, αν ήθελε να διαμορφώσει μια γενική γνώμη για το ποιόν του πολιτισμού μας, αν ήθελε να γνωρίσει το γένος των ανθρώπων;”
“Η ανθρώπινη φύση ψάχνει να δώσει νόημα στα πάντα. Αυτή η διαρκής ανάγκη για νοηματοδότηση στις καθημερινές μας πράξεις, κάνει και τις πιο ανούσιες πράξεις μας σημαντικές. Το νόημα όμως μεταβάλλεται καθώς εμείς αλλάζουμε. Δεν πιστεύω ότι είναι σταθερό, κάθε μέρα βρίσκεται σε διαφορετικούς στόχους. Το νόημα της ζωής το ψάχνεις και όταν νομίζεις ότι το κατακτάς, αυτό μεταμορφώνεται, σε ξεγελάει και συνεχίζεις να το αναζητάς αλλού. Κρύβεται έντεχνα πίσω από νέους ανθρώπους, σχέσεις, συναναστροφές, χόμπυ αλλά παράλληλα δεν είναι και πουθενά. Μας εξαπατά και μας έλκει να το αναζητούμε συνεχώς. Η ζωή μας δεν θα είχε κανένα νόημα, αν βρίσκαμε τελικά, το νόημα.”