“Τα υπόλοιπα δεν είχαν σημασία, γιατί ήξερε πως όσο πιο μακριά πηγαίνει κανείς όταν γράφει τόσο πιο μόνος μένει. Και στο τέλος μαθαίνει ότι είναι καλύτερα έτσι και ότι οφείλει να υπερασπίσει αυτή τη μοναξιά: το να μιλάει κανείς για λογοτεχνία είναι χάσιμο χρόνου και αν είναι μόνος είναι πολύ καλύτερα, γιατί έτσι πρέπει να δουλεύει και γιατί ο χρόνος για να δουλέψει είνα κάθε στιγμή και λιγότερος και αν κανείς τον χαραμίζει νιώθει πως διαπράττει ένα αμάρτημα για το οποίο δεν υπάρχει συγχώρεση.”