“Σ' ένα γάμο ο καθένας αξίζει μια ειλικρινή σχέση, έναν σύντροφο που να τον αγαπάει πραγματικά και όχι κάποιον που να μένει μαζί του για άλλους, δικούς του λόγους.Η συνήθεια, η υποχρέωση, ή το συμφέρον είναι προσβολή και για τους δύο.”
“Το παρελθόν θα μπορούσε να μπει στο δρόμο σου από μόνο του και τότε τα πράγματα θα ήταν αλλιώς. Κι αλλιώς είναι τώρα που εσύ εξωθείς και πιέζεις καταστάσεις, σκαλίζεις τις στάχτες του παρελθόντος. 'Ο,τι προκύψει θα είναι αποτέλεσμα "βίας". Κι αυτό δεν είναι ποτέ καλό.”
“Μια αιτία για τη δημιουργία νεύρωσης μπορεί να βρεθεί στο γεγονός ότι το παιδί έχει μια μητέρα που το αγαπάει μεν αλλά είναι υπερβολικά επιεικής ή αυταρχική απέναντί του κι έναν πατέρα αδύνατο και αδιάφορο. Σ'αυτήν την περίπτωση το παιδί μπορεί να παραμείνει προσκολλημένο σε μαι πρώιμη μητρική πρόσδεση και να εξελιχθεί σε ένα άτομο που εξαρτάται από τη μητέρα, νιώθει αδύναμο και έχει τις χαρακτηριστικές τάσεις του ανθρώπου-αποδέκτη που έχει ανάγκη να παίρνει, να προστατεύεται, να φροντίζεται, και που του λείπουν οι πατρικές ιδιότητες -πειθαρχία, ανεξαρτησία, ικανότητα να κατακτήσει τη ζωή μόνος του.”
“Πώς μπορεί να βρει κανείς το δρόμο του στη ζωή, αν αγνοεί το παρελθόν του;”
“Όλα όσα είχε ονειρευτεί και είχε ποθήσει βρίσκονταν μπροστά του, δε χρειαζόταν να ψάξει πιο μακριά. Σήμερα άνοιγε μια καινούρια σελίδα στο βιβλίο της ζωής του και, για να είναι σίγουρος ότι το βιβλίο του θα έμενε καθαρό από εδώ και στο εξής, έσκισε όλες τις προηγούμενες, μουντζουρωμένες σελίδες και τις πέταξε στο καλάθι των αχρήστων. Και μαζί τους πέταξε τη Δάφνη Ηλιάδη, τον Φράνκο Ντονατσάν, τον Ρίτσαρντ Έρλιν και την καταραμένη αδελφότητα· κράτησε μόνο μία σελίδα, εκείνη του Ντάντε, του χαϊδεμένου του, που θα ήταν για πάντα το φως των ματιών του.”
“Είναι πιο δύσκολο να φεύγεις, όταν δεν υπάρχει κανείς για να σε περιμένει.”
“Είδα το βιβλιοπωλείο να γίνεται στάχτη. Είδα τη φωτιά να γλείφει τα έπιπλα και τον παράξενο βιβλιοπώλη, και όλα εκείνα τα αγαπημένα βιβλία, οι σπάνιες σελίδες να γίνονται αποκαϊδια. Η φωτιά δεν μπόρεσε να σταματήσει μπροστά σ' όλα εκείνα που αγαπήσαμε ο καθένας ξεχωριστά και οι δύο μαζί. Γελούσε και έγλειφε με τη φιδίσια γλώσσα της και σκότωνε ακαριαία ό,τι είχε πραγματική σημασία πάνω στη γη. Η φωτιά έσβηνε τον έρωτα του Φλορεντίν Αρίσα για τη Φερμίνα του, που ήταν πέρα από το χρόνο. Σκότωνε για ακόμα μία φορά τον υπέροχο Γκατσμπι, κορόιδευε τον τρόπο που είχε μείνει κολλημένος να κρατάει την εικόνα της Νταίζης παγωμένη στην καρδιά του. Κατέστρεφε ολόκληρη την αθωώτητα στον Ηλίθιο του Ντοστογεφσκι, τα όμορφα πόδια της αδίστακτης Λολίτας, τα κίτρινα και τα κόκκινα εξώφυλλα όλων εκείνων που αγάπησαν και όλων εκείνων που έγραψαν πράγματα που έμοιαζαν πολύ με τη ζωή, αλλά ήταν πάνω από αυτήν, κάπου πολύ ψηλότερα, εκεί όπου οι άνθρωποι ήταν πιο κατανοητοί, πιο θαρραλέοι και που τα τέλη δεν έμοιαζαν τόσο απόλυτα ίδια, αλλά ήταν υπέροχα και γενναία, σαν μία πόλη με καθρέφτες που κατέρρεε όλη μαζί για να τα εξηγήσει όλα, τους μοναχικούς ανθρώπους και τις ευκαιρίες που είχαν πάνω στη γη.”