“Το να διαβάζεις τα καλά βιβλία είναι σαν να συνδιαλέγεσαι με τους άριστους των περασμένων αιώνων”
“Το να διαβάζεις χωρίς να στοχάζεσαι είναι σαν να τρως χωρίς να χωνεύεις.”
“Όταν μπορούμε να βάζουμε στο μυαλό μας ρωτήματα, τα ρωτήματα κάνουν μόνα τους τη δουλειά τους. Πάνε ως εκεί που δεν μπορούν να προχωρήσουν οι απαντήσεις. Να, αυτό είναι το κέρδος που έχουμε από τα ρωτήματα. Μας κάνουν να περπατάμε, ενώ με τις απαντήσεις στεκόμαστε.”
“Πολλές φορές δεν είναι εύκολο να βρίσκεσαι μπροστά στην ευθύνη των ονείρων σου. Όταν ειδικά ξέρεις πως για να τα πραγματοποιήσεις χρειάζεται να παλέψεις με τον ίδιο σου τον εαυτό και τους χειρότερους φόβους σου.”
“Σαν πλάγιασε να κοιμηθεί, σκάλισε τη συνείδησή του ώσαμε τα τρίσβαθα, σα μια πληγή, για το αποψινό του κάμωμα. Τίποτα, καμία τύψη. Εντάξει με τη συνείδησή του, εκεί που μάτιζε η συνείδηση με το Θεό. Του έμενε, ωστόσο, κάτι σα μια δυσάρεστη απόγεψη. Έψαξε και στην επιφάνεια για να βρει την αιτία. Νόμισε πως την ανακάλυψε. Δεν ήτανε εντάξει με τους ανθρώπους: με τα πατροπαράδοτα και τις προκαταλήψεις τους. Ανασήκωσε τους ώμους του, απότομα, σα να τα τίναζε αποπάνω του όλ' αυτά.”
“Να είχα, λέει, μιαν αγάπη σαν αλάνα... Να κυλιόμουνα μέσα της, να ‘κανα τούμπες, να ‘πλωνα την αρίδα μου να λιαζόμουνα... Να ‘ρχόντανε τα όνειρά μου σαν τις κάργιες να φτεροκοπούν πάνω από το κεφάλι μου. Βαρέθηκα να χώνω τη ρημάδα την ψυχή μου στα ντουλάπια και να της κρεμώ αρωματικά σακουλάκια να μην τη φάει ο σκόρος. Βαρέθηκα να περπατώ με την πλάτη κολλημένη στα ντουβάρια, γιατί νιώθω γύρω μου το θόρυβο από τα μαχαίρια που ακονίζονται. Είναι πολύ, ρε σεις, αυτό που ονειρεύτηκα; Μιαν αγάπη λέω, σαν αλάνα. Ν’ απλώσω την αρίδα μου να λιαστώ.”